Άρθρα

Κλιματική αλλαγή, πυρκαγιές και ερημοποίηση. Το παράδειγμα της περιοχής Βιάννου στον Νομό Ηρακλείου της Κρήτης.

Η μεγαλύτερη πληγή του χερσαίου φυσικού μας πλούτου είναι με βεβαιότητα οι πυρκαγιές, οι οποίες εκδηλώνονται σε ετήσια βάση σε ολόκληρη τη χώρα προκαλώντας ανυπολόγιστες καταστροφές στη βιοποικιλότητα των πληγεισών οικοσυστημάτων. Οι συνέπειες μίας πυρκαγιάς σε οποιοδήποτε δασικό ή αγροτικό οικοσύστημα είναι ολέθριες, όπως επίσης και στο ανθρωπογενές περιβάλλον όταν αυτό πλήττεται. Οι πληγείσες περιοχές εμφανίζουν δραματική μείωση του πληθυσμού κάθε είδους της τοπικής πανίδας ενώ σχεδόν πάντα παρουσιάζεται καθολική καταστροφή της τοπικής βλάστησης. Εξαιτίας της αποτέφρωσης του μεγαλύτερου τμήματος του φυτικού κεφαλαίου των πυρόπληκτων περιοχών, συχνά παρουσιάζονται πλημμυρικά φαινόμενα λόγω αδυναμίας συγκράτησης των επιφανειακών υδάτων από τα ριζικά συστήματα των καμένων φυτών. Λόγω της απότομης αύξησης της επιφανειακής απορροής, προκαλείται έντονη εδαφική αποσάθρωση ενώ ταυτόχρονα παρατηρείται απομάκρυνση των απαραίτητων για τα φυτά θρεπτικών συστατικών του εδάφους…

Οι καταστροφικές συνέπειες των πυρκαγιών σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή σε παγκόσμια κλίμακα λόγω της υπερθέρμανσης του πλανήτη, οδηγούν αναπόφευκτα στο φαινόμενο της ερημοποίησης. Το φαινόμενο της ερημοποίησης περιλαμβάνει τη διάβρωση των εδαφών, τον σημαντικό περιορισμό των αποθεμάτων των φυσικών πόρων όπως για παράδειγμα των επιφανειακών υδάτων καθώς επίσης και την απώλεια βιοποικιλότητας των χερσαίων οικοσυστημάτων. Ως αποτέλεσμα των προαναφερθέντων παρατηρείται έντονη υποβάθμιση της γονιμότητας του εδάφους και κατ’επέκταση μείωση της συνολικής παραγωγικότητας των αγροτικών και δασικών εκτάσεων. Λόγω των υπεράριθμων πυρκαγιών σε συνδυασμό με τα φαινόμενα ξηρασίας που εμφανίζονται κυρίως κατά τους θερινούς μήνες στη χώρα μας, ο κίνδυνος ερημοποίησης των ελληνικών εδαφών έχει αυξηθεί κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια. Πολυάριθμες επιστημονικές μελέτες της εγχώριας και της διεθνούς βιβλιογραφίας αποδεικνύουν τον πρωτόγνωρα αυξημένο κίνδυνο ερημοποίησης της ελληνικής υπαίθρου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το επιστημονικό άρθρο του κ. Ιωάννη Τσάνη (Καθηγητή του Πολυτεχνείου Κρήτης) και συνεργατών του υπό τον τίτλο “Σοβαρή λειψυδρία λόγω του κλίματος και ακραία φαινόμενα στην Κρήτη” το οποίο δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 2011 στο επιστημονικό περιοδικό Climatic Change με τίτλο “Severe climate–induced water shortage and extremes in Crete”. Βάση της παραπάνω μελέτης αποδεικνύονται τα υψηλά επίπεδα επικινδυνότητας για ερημοποίηση και λειψυδρία που διακρίνουν την Κρήτη και γενικότερα τα ελληνικά εδάφη, όπως αυτά προκύπτουν από τον αυξημένο κίνδυνο ερημοποίησης των μεσογειακών εδαφών συνολικά.

Η περιοχή της Βιάννου στο Νομό Ηρακλείου της Κρήτης αποτελεί ένα αξιοσημείωτο παράδειγμα συνδυασμού των κύριων παραγόντων σταδιακής ερημοποίησης και εμφάνισης λειψυδρίας. Οι παράγοντες αυτοί είναι η βαθμιαία αύξηση της θερμοκρασίας τα τελευταία χρόνια που προκαλεί ξηρασία κατά τους θερινούς μήνες, οι επαναλαμβανόμενες πυρκαγιές και η υπεράντληση των υπόγειων υδατικών πόρων με σκοπό την αντιμετώπιση της ξηρασίας.

Αναλυτικότερα ο Δήμος Βιάννου εντοπίζεται στα νοτιοανατολικά του Νομού Ηρακλείου της Κρήτης κι έχει έκταση 225.045 Km2, επιφάνεια που αποτελεί το 2,7 % της συνολικής έκτασης της Κρήτης. Ο εν λόγω Δήμος αριθμεί δεκαέξι δημοτικά διαμερίσματα και 47 χωριά ενώ ο συνολικός πληθυσμός του είναι 5.500 κάτοικοι κατά την απογραφή του 2011. Σημαντικές οικονομικές δραστηριότητες της περιοχής αποτελούν η κτηνοτροφία και οι γεωργικές καλλιέργειες με σπουδαιότερη αυτή της ελιάς. Οι αγροτικές καλλιέργειες λαμβάνουν χώρα κυρίως στη λεκάνη απορροής που βρίσκεται ανάμεσα στους οικισμούς Άνω και Κάτω Βιάννος, λόγω της ύπαρξης υψηλού υπόγειου υδατικού δυναμικού στην περιοχή αυτή.

Στα τέλη Ιουλίου του 2012 εκδηλώθηκε μεγάλης έκτασης πυρκαγιά στην περιοχή της Βιάννου. Συγκεκριμένα η φωτιά απείλησε τους οικισμούς Μάρθα, Χόνδρος και Κάτω Βιάννος ενώ κατέκαψε σχεδόν 15.000 στρέμματα και πάνω από 130.000 ελαιόδεντρα. Ένα μήνα αργότερα εκδηλώθηκε πάλι πυρκαγιά κοντά στον οικισμό της Κάτω Βιάννου ενώ το 2013 εκδηλώθηκαν δύο πυρκαγιές στην ευρύτερη περιοχή, η πρώτη εκδηλώθηκε τον Απρίλιο και η δεύτερη τον Ιούλιο κοντά στους οικισμούς Άρβη και Τέρτσα αντίστοιχα. Οι επαναλαμβανόμενες πυρκαγιές προκάλεσαν σημαντικές καταστροφές σε ολόκληρο το Δήμο Βιάννου. Συγκεκριμένα η μεγάλη πυρκαγιά του 2012 κατέκαψε μεγάλο αριθμό ελαιώνων κυρίως στα δημοτικά διαμερίσματα Άνω και Κάτω Βιάννου και Χόνδρου, ενώ σε χρονικό διάστημα τριών ημερών επεκτάθηκε στην ευρύτερη περιοχή με αποτέλεσμα να προσεγγίσει έως και τον παραθαλάσσιο οικισμό του Κερατόκαμπου τον οποίο χωρίζει απόσταση επτά χιλιομέτρων από τα χωριά Άνω και Κάτω Βιάννος. Σύμφωνα με την απογραφή που πραγματοποίησε η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφέρειας Κρήτης, η ζημιές από την πυρκαγιά περιελάμβαναν τουλάχιστον 130.000 ελαιόδεντρα, 50 στρέμματα θερμοκηπίων και αμπελώνων, σημαντικό αριθμό περιβολιών οικογενειακής εκμετάλλευσης καθώς επίσης και εκατοντάδες χιλιάδες μέτρα κατεστραμμένων δικτύων άρδευσης. Από το ζωικό κεφάλαιο κάηκε μεγάλος αριθμός κοπαδιών από πρόβατα και αίγες. Εκτός από το τεράστιο πλήγμα που επήλθε στη χλωρίδα και την πανίδα της περιοχής, υπήρξαν και πολυάριθμες καταστροφές σε κτηνοτροφικές και γεωργικές εγκαταστάσεις όπως ποιμνιοστάσια, αποθήκες και υδροληψίες.

Λόγω των εκτεταμένων ζημιών που προκλήθηκαν στο Δήμο Βιάννου από τις πυρκαγιές των δύο τελευταίων ετών με ιδιαίτερα καταστροφική αυτή του 2012, αναμένεται σημαντική αλλαγή της φυσιογνωμίας αρκετών εδαφών, όπως για παράδειγμα αλλαγή της εδαφοκάλυψης και εγκατάλειψη. Επίσης η απώλεια εισοδήματος από γεωργικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητες υπολογίζεται ότι θα διαρκέσει από 3 έως 5 χρόνια. Συμπερασματικά αναμένεται σημαντική υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος εξαιτίας της εδαφικής αποσάθρωσης, των πλημμυρικών φαινομένων και των επιλασπώσεων που θα επακολουθήσουν, ενώ παράλληλα εκτιμάται σημαντική πτώση της ποσότητας και της ποιότητας των αγροτικών και των κτηνοτροφικών προϊόντων.

Οι παραπάνω αρνητικές συνέπειες σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα της επιστημονικής μελέτης του κ. Ι. Τσάνη που αφορούν ολόκληρη την Κρήτη, επισπεύδουν την εμφάνιση φαινομένων ερημοποίησης στην πολύπαθη περιοχή της Βιάννου. Σύμφωνα με το άρθρο “Severe climate–induced water shortage and extremes in Crete” του κ. Τσάνη και συνεργατών του, κατά την επερχόμενη περίοδο 2010 έως 2040 αναμένεται ποσοστό μείωσης 12 (± 25) % της μέσης ετήσιας βροχόπτωσης στην Κρήτη και ταυτόχρονα αύξηση της μέσης ετήσιας θερμοκρασίας κατά 1,9 (± 0,8) 0C.

Η ανοδική τάση της θερμοκρασίας σε συνδυασμό με τη συνεχόμενη μείωση της ετήσιας βροχόπτωσης, οδηγεί αναπόφευκτα στην υπερεκμετάλλευση των υπόγειων υδατικών αποθεμάτων της περιοχής. Οι δύσκολα αναστρέψιμες συνέπειες των πυρκαγιών συμβάλουν καταλυτικά στην επιτάχυνση της ερημοποίησης της περιοχής και στην αναγκαστική υπεράντληση του υπόγειου ύδατος με κίνδυνο την εξάντληση των αποθεμάτων. Σύμφωνα με την επιστημονική μελέτη “Εκτίμηση των ενδεχόμενων κλιματικών και αντλητικών μεταβολών στους υπόγειους υδατικούς πόρους μίας Μεσογειακής λεκάνης απορροής” η οποία παρουσιάστηκε στο διεθνές συνέδριο “Protection and Restoration of the Environment XI”, το οποίο έλαβε χώρα τον Ιούλιο του 2012 στη Θεσσαλονίκη, αναμένεται πτώση του υδροφόρου ορίζοντα της λεκάνης απορροής της περιοχής της Βιάννου εξαιτίας της μείωσης της βροχόπτωσης και της επικείμενης αύξησης των αντλήσεων.

Η εν λόγω επιστημονική δημοσίευση υπό τον τίτλο “Assessment of potential climatic and pumping changes on the groundwater resources of a Mediterranean basin” συντάχθηκε από τους Γεώργιο Π. Γιαννόπουλο, Εμμανουήλ Α. Βαρουχάκη και τον Καθηγητή του Πολυτεχνείου Κρήτης Γεώργιο Π. Καρατζά στα πλαίσια της εξέτασης σεναρίων μείωσης της βροχόπτωσης και αύξησης των αντλήσεων στην περιοχή της Βιάννου. Σκοπός της μελέτης ήταν ο προσδιορισμός της πιθανότητας εμφάνισης φαινομένων λειψυδρίας και υπεράντλησης στην περιοχή. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, η σταδιακή αύξηση των αντλήσεων κατά 20 % κατά τους θερινούς μήνες και η ταυτόχρονη μείωση της μέσης ετήσιας βροχόπτωσης κατά 10 % σε βάθος χρόνου 5 ετών, οδηγούν σε πτώση του υδροφόρου ορίζοντα της τάξης των 3,5 m. Η εν λόγω πτώση του υδροφόρου ορίζοντα δε θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική, εάν όμως λάβουμε υπόψη μας τις καταστροφικές συνέπειες των πυρκαγιών, τότε η πιθανότητα εμφάνισης σημαντικά μεγαλύτερης πτώσης του υδροφόρου ορίζοντα λόγω υπεράντλησης με στόχο την αναβλάστηση των δέντρων, γίνεται αρκετά μεγαλύτερη.

Ανακεφαλαιώνοντας η Βιάννος αποτελεί ένα ιδιαίτερο παράδειγμα πληγείσας περιοχής από πυρκαγιές λόγω του συνδυασμού των αρνητικών συνεπειών της κλιματικής μεταβολής και των ολέθριων καταστροφών των πυρκαγιών. Ο συνδυασμός αυτός οδηγεί με βεβαιότητα στη σταδιακή ερημοποίηση των εδαφών της Βιάννου, στην παρακμή του φυσικού περιβάλλοντος και στην υποβάθμιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της περιοχής.

NewsLetter

Συμπληρώστε το email σας για να λαμβάνετε κάθε νέα δημοσίευση στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο σας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *